Οστεοπόρωση: Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο με κάταγμα;
Ξέρουμε ότι η διατροφή συνδέεται άμεσα με την υγεία των οστών και των μυών. Ερευνητές αποκαλύπτουν ποια διατροφή συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο κατάγματος καθώς και ποιοι είναι οι πιο ευάλωτοι.
Η χορτοφαγία είναι μια διατροφική επιλογή, αλλά και μια στάση ζωής, που κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος τα τελευταία χρόνια. Θεωρείται μια αρκετά υγιεινή διατροφή και έχει διαπιστωθεί ότι, σε σύγκριση με τις παμφάγες δίαιτες, μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών ασθενειών, όπως ο διαβήτης, οι καρδιακές παθήσεις και ο καρκίνος. Η άνοδος της χορτοφαγίας συνδέεται, επίσης, με την παγκόσμια έκκληση για μείωση της κατανάλωσης ζωικών προϊόντων, σε μια προσπάθεια αναχαίτισης της κλιματικής αλλαγής.
Ωστόσο, δεν έχει μόνο πλεονεκτήματα, υποστηρίζει νέα μελέτη, που δημοσιεύθηκε BMC Medicine. Σύμφωνα με τους ερευνητές του Πανεπιστημίου του Leeds, η διατροφή αυτή συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο οστεοπενίας και οστεοπόρωσης που οδηγεί σε κάταγμα του ισχίου.
Η νέα μελέτη, μια από τις ελάχιστες που εξετάζει τη σχέση μεταξύ του κινδύνου κατάγματος ισχίου και της διατροφής, εξέτασε 26.318 γυναίκες 35 – 69 ετών στο Ηνωμένο Βασίλειο, μελετώντας τις περιπτώσεις καταγμάτων σε περιστασιακά κρεατοφάγους, pescatarians -που τρώνε ψάρια, αλλά όχι κρέας- χορτοφάγους και κανονικούς κρεατοφάγους. Οι διατροφικές πληροφορίες συλλέχθηκαν από ένα ερωτηματολόγιο για τις διατροφικές συνήθειες.
Σε ένα διάστημα 20 ετών, καταγράφηκαν 822 περιπτώσεις κατάγματος ισχίου, δηλαδή λίγο περισσότερο από το 3% του υπό εξέταση πληθυσμού. Συνυπολογίζοντας την επίδραση παραγόντων όπως το κάπνισμα και η ηλικία, διαπιστώθηκε ότι οι χορτοφάγοι ήταν η μόνη διατροφική ομάδα με αυξημένο κίνδυνο. Ειδικότερα, 33% υψηλότερο κίνδυνο κατάγματος ισχίου διέτρεχαν οι γυναίκες χορτοφάγοι.
«Η μελέτη υπογραμμίζει τον αυξημένο κίνδυνο κατάγματος στο ισχίο που διατρέχουν οι γυναίκες χορτοφάγοι. Αυτό δεν σημαίνει ότι προτρέπουμε τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν τη χορτοφαγία. Είναι σημαντικό να κατανοούμε τις προσωπικές ανάγκες του καθενός και ποια θρεπτικά συστατικά χρειάζεται. Η επίδραση της χορτοφαγικής διατροφής μπορεί να είναι πολύ διαφορετική σε κάθε άνθρωπο». δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, James Webster, διδακτορικός ερευνητής από τη Σχολή Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής στο Leeds.
Όπως τόνισε, ωστόσο, προκαλεί προβληματισμό το ότι οι χορτοφαγικές δίαιτες είναι συχνά φτωχές σε θρεπτικά συστατικά που συνδέονται με την υγεία των οστών και των μυών. Πρωτεΐνες, ασβέστιο και άλλα μικροθρεπτικά συστατικά υπάρχουν άφθονα σε τροφές όπως το κρέας και άλλα ζωϊκά προϊόντα. Η χαμηλή πρόσληψη αυτών των συστατικών μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλότερη οστική πυκνότητα και μυϊκή μάζα, γεγονός που κάνει κάποιον πιο επιρρεπή στον κίνδυνο κατάγματος ισχίου.
Η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε, επιπλέον, ότι ο μέσος δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) των χορτοφάγων ήταν ελαφρώς χαμηλότερος από αυτόν των τακτικών κρεατοφάγων. Σε προηγούμενη έρευνα έχει διαπιστωθεί μια σχέση μεταξύ χαμηλού ΔΜΣ και υψηλού κινδύνου κατάγματος ισχίου. Ο χαμηλότερος ΔΜΣ μπορεί να υποδεικνύει ότι οι άνθρωποι είναι λιποβαρείς, που ισοδυναμεί με φτωχότερη υγεία των οστών και των μυών και υψηλότερο κίνδυνο κατάγματος ισχίου.
«Το κάταγμα ισχίου είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα υγείας, με υψηλό οικονομικό κόστος, που προκαλεί απώλεια της ανεξαρτησίας, μειώνει την ποιότητα ζωής και αυξάνει τον κίνδυνο άλλων προβλημάτων υγείας. Οι φυτικές δίαιτες έχουν συνδεθεί με κακή υγεία των οστών, αλλά δεν υπήρχαν στοιχεία που να τις συνδέουν με τον κίνδυνο κατάγματος ισχίου. Αυτή η μελέτη είναι ένα σημαντικό βήμα για την κατανόηση του δυνητικού κινδύνου που έχουν αυτές οι δίαιτες σε βάθος χρόνου και τι μπορεί να γίνει για να μετριαστούν οι κίνδυνοι αυτοί», συμπληρώνει η Janet Cade, συνεργάτις συγγραφέας της μελέτης και επικεφαλής της Ομάδας Διατροφικής Επιδημιολογίας στη Σχολή Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Leeds.
«Η περαιτέρω έρευνα είναι απαραίτητη για να κατανοήσουμε τους παράγοντες που προκαλούν αυξημένο κίνδυνο στους χορτοφάγους και να βοηθήσουμε τους ανθρώπους να κάνουν πιο υγιείς επιλογές», καταλήγει ο δρ. Webster.
Πηγή: ygeiamou.gr