Κάλαντα Πρωτοχρονιάς: Πώς ξεκίνησε το έθιμο
Τα Κάλαντα της Πρωτοχρονιάς ψέλνονται την παραμονή του νέου έτους. Πρόκειται για ένα έθιμο που διαρκεί εδώ και πολλά χρόνια.
31 Δεκεμβρίου τα παιδιά με τα τριγωνάκια τους στο χέρι γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι και λένε τα κάλαντα για να μπει με το καλό ο νέος χρόνος.
Ας δούμε μερικά ενδιαφέροντα πράγματα για αυτό το έθιμο
Η λέξη κάλαντα προέρχεται από τη λατινική «calenda», που σημαίνει αρχή του μήνα. Πιστεύεται ότι η ιστορία τους προχωρεί πολύ βαθιά στο παρελθόν και συνδέεται με την Αρχαία Ελλάδα. Έχουν βρεθεί αρχαία γραπτά κομμάτια παρόμοια με τα σημερινά κάλαντα.
Τα παιδιά της εποχής εκείνης κρατούσαν ομοίωμα καραβιού που παρίστανε τον ερχομό του θεού Διόνυσου. Άλλοτε κρατούσαν κλαδί ελιάς ή δάφνης στο οποίο κρεμούσαν κόκκινες και άσπρες κλωστές. Σε αυτές τις κλωστές έδεναν τις προσφορές των νοικοκύρηδων.
Τα κάλαντα είναι μίγμα θρησκευτικού και κοσμικού περιεχομένου. Στην αρχή εξαγγέλλεται και περιγράφεται το θρησκευτικό γεγονός και μετά ακολουθούν τα εγκώμια για τα διάφορα πρόσωπα της οικογένειας ανάλογα με τα χαρίσματα τους, την ηλικία τους, το επάγγελμα τους ή την κοινωνική τους θέση.
Λίγα λόγια για το έθιμο
Τα κάλαντα είναι Ελληνικό έθιμο που διατηρείται μέχρι και σήμερα με τα παιδιά να γυρνούν από σπίτι σε σπίτι δύο μαζί ή και περισσότερα και να τραγουδούν τα κάλαντα συνοδεύοντας το τραγούδι τους με το τρίγωνο ή ακόμα και κάποιο μουσικό όργανο
Τα παιδιά γυρνούν από σπίτι σε σπίτι, χτυπούν την πόρτα και ρωτούν: «Να τα πούμε;». Αν η απάντηση από τον νοικοκύρη ή την νοικοκυρά είναι θετική, τότε τραγουδούν τα κάλαντα για μερικά λεπτά τελειώνοντας με την ευχή «Και του Χρόνου. Χρόνια Πολλά». Κάποιος από το σπιτικό δίνει κάποιο χρηματικό ποσό στα παιδιά. Αυτό είναι κάτι που άλλαξε στη διάρκεια των χρόνων καθώς παλιότερα τους πρόσφερε μελομακάρονα ή κουραμπιέδες ή κάποιο άλλο εορταστικό γλυκό.
Κάλαντα λέγονται την παραμονή των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων και είναι διαφορετικά για κάθε γιορτή.
Τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς
Πανελλήνια Α’
Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά
ψηλή μου δεντρολιβανιά
κι αρχή καλός μας χρόνος
εκκλησιά με τ’ άγιο θρόνος.
Αρχή που βγήκε ο Χριστός
άγιος και Πνευματικός,
στη γη να περπατήσει
και να μας καλοκαρδίσει.
Αγιος Βασίλης έρχεται,
άρχοντες το κατέχετε (ή "και δε μας καταδέχεται"),
από την Καισαρεία,
συ’ σαι αρχόντισσα κυρία.
Βαστά εικόνα και χαρτί,
Ζαχαροκάντιο ζυμωτή
χαρτί, χαρτί και καλαμάρι
δες και, δες και με το παλικάρι.
Το καλαμάρι έγραφε,
την μοίρα του την έλεγε
και το, και το χαρτί ωμίλει
Αγιε μου καλέ Βασίλη.
Πανελλήνια Β’
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, ψηλή μου δεντρολιβανιά
κι αρχή, κι αρχή καλός μας χρόνος,
εκκλησιά, εκκλησιά με τ άγιο θρόνος.
Αρχή που βγήκε ο Χριστός, Άγιος και πνευματικός,
στη γη, στη γη να περπατήσει
και να μας, και να μας καλοκαρδίσει.
Άγιος Βασίλης έρχεται, (άρχοντες το κατέχετε),
από, από την Καισαρεία, ζησ αρχό, ζήσ’ αρχόντισσα κυρία.
Βαστάει εικόνα και χαρτί, (με το Χριστό το Λυτρωτή),
χαρτί, χαρτί και καλαμάρι, δες και με, δες κι εμέ το παλικάρι.
Σ αυτό το σπίτι που ρθαμε, πέτρα, πέτρα να μη ραγίσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού, χίλια, χίλια χρόνια να ζήσει.
Και του χρόνου !
πηγή: ieidiseis.gr