Σχετίζονται οι εξελίξεις στο Ναγκόρνο Καραμπαχ με την στρατιωτική συμφωνία Ελλάδας – Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων;

                                                                                                                                                                                                                                      Του Νίκου Κ. Σκουλά 
Α. ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΤΗΣ ΑΡΜΕΝΙΑΣ

Η γεωγραφική θέση της ιστορικής Αρμενίας βρίσκονταν ανατολικά της Μικράς Ασίας, ανάμεσα στον Καύκασο και την Κιλικία. Η χώρα αυτή αποτελούσε ενδιάμεσο πληθυσμιακό και πολιτισμικό παράγοντα που διέκοπτε την γεωγραφική ενότητα των τουρκογενών πληθυσμών στην Ασία. Παρεμβάλλονταν ανάμεσα στους Τούρκους της Ανατολίας και τους Αζέρους του Καυκάσου. Διέκοπτε παραπέρα την άμεση σύνδεση με τους λοιπούς κεντροασιάτες τουρκόφωνους πέραν της Κασπίας. Δηλαδή τους Τουρκμένιους, τους Κοζάκους, τους Ουζμπέκους και τους Κιργίζιους αλλά και με τους Ουιγούρους της Κίνας.

Οι Αρμένιοι, ως χριστιανοί, αποτελούσαν την εσχατιά της δυτικής πολιτισμικής επιρροής στα σύνορα της Ευρώπης με την Ασία. Έπειτα από την έκλειψη του Βυζαντίου, βρήκαν συμπαραστάτη, μετά τον 18ο αιώνα, την ομόδοξη Ρωσία, διαβιώνοντας ως υπήκοοι του Σουλτάνου.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, έγινε πιο φανερή η “επικίνδυνη παρεμβολή” των Αρμενίων. Τούτο διότι έδυε η ιστορική φάση των πολυεθνικών αυτοκρατοριών και αναδύονταν η πολιτική συγκρότηση των εθνικών κρατών. Οι Αρμένιοι χωρίς κρατική υπόσταση, δεν υφίσταντο ως πολιτικό υποκείμενο στην διεθνή σκηνή, διότι δεν διέθεταν το αντίστοιχο ελληνικό κεκτημένο του 1821. Με την γενοκτονία του 1894-1896 αποκεφαλίστηκε η πνευματική τους ηγεσία στην Κωνσταντινούπολη και αλλού. Το 1915, και με υπόδειξη του γερμανού στρατηγού, Λίμαν φον Σάντερς στους Νεότουρκους συμμάχους, ήρθε η “τελική λύση”. Εξοντώθηκαν 1,5 εκατομμύριο άμαχοι από την οθωμανική διοίκηση, υπό τους Εμβέρ και Ταλαάτ. Η εξάλειψη των “ενδιάμεσων” Αρμενίων είχε συντελεστεί με τον πιο απάνθρωπο τρόπο στην έως τότε σύγχρονη ιστορία. Το 1922 ολοκληρώθηκε η εκκαθάριση της Μικρασίας και από τους Έλληνες.

Η συνθήκη των Σεβρών προέβλεπε την ίδρυση Αρμενικού Κράτους, σύμφωνα με την αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών. Οι όροι της θρυμματίστηκαν στο στρατιωτικό πεδίο. Η νεαρή Σοβιετική Ένωση και ο νικητής Κεμάλ διένειμαν μεταξύ τους τα αρμένικα εδάφη με την συνθήκη του Αλεξαντροπόλ το 1920.
Απέμεινε η λιλιπούτεια Αρμενία που ως Σοβιετική Δημοκρατία πλέον παρεμβάλλονταν εδαφικά ανάμεσα στην Τουρκία και την επίσης Σοβιετική Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν. Η ρεαλιστική σχολή στις διεθνείς σχέσεις, δημιουργεί λόγους εξωτερικής ανάμειξης σε κρίσιμα γεωπολιτικά σημεία. Έτσι, τον Μεσοπόλεμο χαράχτηκαν από τον Στάλιν τα όρια των δύο καυκάσιων δημοκρατιών της Ε.Σ.Σ.Δ. Νοτιοδυτικά της Αρμενίας, ανάμεσα σε αυτή και την Τουρκία, δημιουργήθηκε ο θύλακος του Ναχιτσεβάν. Το Ναχιτσεβάν ανήκε μεν στο Αζερμπαϊτζάν αλλά δεν είχαν εδαφική επαφή. Επίσης, η περιοχή που οι Αρμένιοι, ονομάζουν Αρτσάχ και οι Αζέροι αποκαλούν Ναγκόρνο Καραμπάχ, με αμιγή αρμένικο πληθυσμό, εντάχθηκε στο Αζερμπαϊτζάν ενώ εφάπτεται στο ανατολικό σύνορο της Αρμενίας.

Με την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και την ανεξαρτητοποίηση των ομόσπονδων δημοκρατιών, αναβίωσαν οι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί. Το 1992-1994, με ρωσική υποστήριξη, οι Αρμένιοι κατέλαβαν το Ναγκόρνο Καραμπάχ. Η στρατιωτική τους επιτυχία συμβάδιζε με την ρωσική πολιτική. Αφενός ενίσχυε εδαφικά την Αρμενία και την ιστορική παρεμβολή της ανάμεσα σε Τούρκους και Αζέρους. Αφετέρου την κρατούσε στην ρωσική σφαίρα επιρροής. Αντίθετα, το Αζερμπαϊτζάν, εγκατέστησε τότε δυτικές εταιρείες στις πετρελαιοπηγές της Κασπίας, και είχε, κατά μία άποψη, εδαφικό τίμημα. Εμποδίζονταν και πάλι η χερσαία επικοινωνία ανάμεσα στην Τουρκία και τις τουρκόφωνες δημοκρατίες του ρώσικου “εγγύς εξωτερικού”. Δυσχεραίνονταν η “παντουρανική” πτυχή της πολιτικής που διακήρυσσε ο Οζάλ.
Η ως άνω διαίρεση, έβρισκε σύμφωνο το γειτονικό Ιράν. Η μόχλευση των τουρκογενών είναι ίσως η μεγαλύτερη χρησιμότητα της Τουρκίας για την Δύση. Αμφότεροι εστιάζουν σε αυτούς, για διείσδυση στην καρδιά της Ευρασίας και ανακατανομή της ισχύος εις βάρος του Ιράν, της Ρωσίας και της Κίνας.
Από το 1994, παγιώθηκε ο στρατιωτικός έλεγχος της Αρμενίας στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Πρόσφατα, ωστόσο σημειώθηκαν δύο μετατοπίσεις. Η μεν κυβέρνηση Πασινιάν ανέλαβε την εξουσία στο Ερεβάν, με “βελούδινη επανάσταση” το 2018 και έκανε ανοίγματα στην Δύση. Ο δε ο Ερντογάν μετά το πραξικόπημα του 2016, είχε αναδειχθεί σε εταίρο της Ρωσίας με σταδιακά αποκλίνουσα θέση από τις δυτικές συμπράξεις.

Οι δύο χερσαίες δυνάμεις συντονίζονται, αλληλοανταγωνιζόμενες, στα σημεία που αφήνει ελεύθερα η άμπωτη της δυτικής επιρροής. Πούτιν και Ερντογάν συναντήθηκαν στο πεδίο που εγκατέλειψαν οι Ηνωμένες Πολιτείες υπό τον Τραμπ.
Η δυτική στροφή της Αρμενίας συνδυασμένη με την έλλειψη στρατιωτικής προπαρασκευής και συμμαχικής συνδρομής, προκάλεσε την στρατιωτική της ήττα από το Αζερμπαϊτζάν, το φθινόπωρο του 2020.

Με διαιτητή της ύστατης ώρας την Ρωσία, η Αρμενία συνθηκολόγησε. Απώλεσε μέρος του Καραμπάχ και την πόλη Σουσί, προ του κινδύνου πλήρους συντριβής. Συμφώνησε επίσης να ανοίξει δρόμος από το Ναχιτσεβάν προς το Αζερμπαϊτζάν. Η Ρωσία αποκατέστησε τον διαιτητικό και στρατιωτικό ρόλο της και στις δύο χώρες, χωρίς να δώσει αποφασιστικό προβάδισμα σε καμία. Έκανε νύξη για ρόλο του τούρκικου στρατού ως δέλεαρ και φόβητρο ταυτόχρονα. Άνοιξε την δυνατότητα, υπό τους όρους της, στην αδιαμεσολάβητη οδική σύνδεση της Τουρκίας με το Αζερμπαϊτζάν. Δηλαδή, η Ρωσία επέτρεψε μερικώς στην Τουρκία, αυτό που της είχε απαγορεύσει ολικά 1992-1994 με την στρατιωτική της συνδρομή στους Αρμένιους.

Β. ΟΙ ΣΥΓΚΥΡΙΑΚΟΙ ΕΤΑΙΡΟΙ.

Η μεν Ρωσία απέναντι στην Δύση και η Τουρκία σε επαμφοτερίζουσα σχέση μαζί της, περιδινίζουν στην επιρροή τους, και άλλους δρώντες της περιοχής. Αν και ιστορικοί ανταγωνιστές για δυόμιση αιώνες, βρίσκουν σήμερα σημεία επαφής με σταθμισμένους ρόλους στην Συρία, στην Λιβύη και στον Καύκασο. Διεκδικούν αυτονομία δράσης και αύξηση εκτοπίσματος. Διευρύνουν έτσι τον ρόλο τους στον πλούτο και τον έλεγχο της γεωπολιτικά κρίσιμης περιοχής. Βάλλονται με “πολύχρωμες επαναστάσεις” στην Ουκρανία, την Λευκορωσία και με ένοπλη δράση στο Κουρδιστάν.

Η μετακεμαλική Τουρκία επενδύει στην ριζοσπαστικοποίηση του νεάζοντος μουσουλμανικού πληθυσμού και υποσκάπτει τις δυτικόφιλες ηγεσίες του. Με όχημα το πολιτικό Ισλάμ, συντονίζεται και στοιχίζεται με το Κατάρ, τους Αδελφούς Μουσουλμάνους στην Αίγυπτο, την Χαμάς στην Γάζα, τα ισλαμικά δίκτυα στο Ιράκ, στην Συρία και στον Λίβανο στο μέτρο που άπαντες υιοθετούν ενιαίο και αυτοτελή ρόλο. Όλοι γοητεύονται από τον στόχο της μείωσης ή αποπομπής της δυτικής επιρροής από την Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο. Τούτο, χάριν μιας ενδομουσουλμανικής συνεννόησης με σαφή αντιδυτικά αλλά και αναδιανεμητικά μεταξύ τους χαρακτηριστικά. Απορρίπτουν επιλεκτικά το πολιτιστικό μοντέλο της παγκοσμιοποίησης και της νεωτερικότητας χάριν του παραδοσιακού τρόπου ζωής που υπαγορεύεται από το Κοράνι και την Σαρία. Η κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου, της ιδιωτικότητας και των ελευθεριών που συνθέτουν το νομικό και πολιτισμικό κεκτημένο της Δύσης στην αιχμή της νέας εποχής, απωθούνται από τα παραπάνω πολιτικά δίκτυα. Απορρίπτονται συνοπτικά, ως εξωγενής επεμβατικός λόγος.

Το Ιράν, και στο βάθος η Κίνα, φαίνεται να έχουν διαφοροποιημένα ενισχυτικούς ρόλους στην παραπάνω μεθόδευση. Ενδείξεις είναι ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης και η προ ημερών υπογραφείσα στο Ανόι, Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου Ασίας-Ειρηνικού (RCEP). Οι Πέρσες Αγιατολάχ, προκληθέντες, εξάγουν αντιδυτικισμό και φονταμενταλισμό όπου δύνανται, μετά το 1979.
Η Τουρκία, είτε αυτόνομα είτε ως μεσολαβήτρια αλλότριων δυνάμεων, εδραιώνει και επεκτείνει την παρουσία της στην ευρύτερη περιοχή, με όχημα την εξωστρεφή της οικονομία, το πολιτικό Ισλάμ και το οθωμανικό παρελθόν. Δημιουργεί στρατιωτικές βάσεις – υποστηλώματα της διείσδυσής της, στην Σομαλία, στο Σουδάν, στην Αλβανία, στην Λιβύη και στο Κατάρ. Εισβάλλει στρατιωτικά στην Κύπρο, την Συρία, και την Λιβύη με τον τραχύ τρόπο που επιβεβαιώνει τις εις βάρος της μνήμες. Μοχλεύει την ευρωπαϊκή έννομη τάξη με δίκτυα ισλαμικής επιρροής στους εκεί μουσουλμάνους μετανάστες και εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό, όπως και τους μαχητές του ISIS. Ελίσσεται πολυσχιδώς, με προοπτική περιφερειακής δύναμης. Κρίνει, ότι την ευνοεί η υποχώρηση της δυτικής ισχύος για να αναδειχθεί ως κράτος – άξονας μετά από 68 χρόνια θητείας στο ΝΑΤΟ και με αφομοιωμένο το σύστημα ελεύθερης οικονομίας.

Γ. ΟΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ

Οι νέοι ρόλοι, η δικτύωση των χερσαίων ευρασιατικών δυνάμεων, και οι στοιχίσεις τους, υποχρεώνουν τις παγκόσμιες ναυτικές και τις δυτικόστροφες τοπικές δυνάμεις σε αντισταθμιστική δράση με γεωπολιτικούς και οικονομικούς όρους.
Η Ελλάδα και η Κύπρος ευρίσκονται σε χρονίζουσα δομική αντιπαλότητα με την αναθεωρητική Τουρκία. Επιχειρούν την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών τους στην Μεσόγειο, από τα στενά του Οτράντο ως την ακτή της Λεβαντίνης. Η ενδεχόμενα επιτυχής έκβαση του εγχειρήματος, θα τους επαναφέρει σε γεωγραφικούς ρόλους που διέθετε ο ελληνισμός μόνο κατά την ελληνιστική (323π.Χ. έως 146π.Χ.) και κατά την πρώιμη βυζαντινή περίοδο (395-641μ.Χ.), τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών.
Η ίδρυση του Ισραήλ αντιμετωπίζεται από τους γείτονές του ως σταυροφορική επιστροφή στους Αγίους Τόπους. Το Ιράν έχει διακηρυγμένο στόχο την εξάλειψή του, η νεοοθωμανική Τουρκία το υπονομεύει μετά το 2010, ενώ τέλος βαρύνεται από την ιστορική εχθρότητα των Αράβων, λόγω Παλαιστινιακού. Η επιβίωση αυτού του κράτους έχει απόλυτη ανάγκη την ανεμπόδιστη επαφή με την Δύση μέσω του γειτονεύοντος ελληνισμού στην Μεσόγειο. Από το 1948, η ύπαρξη του Ισραήλ ενισχύει την Δύση στην Μέση Ανατολή και παντού αμφίδρομα.

Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κατόρθωσαν να γίνουν ένα πρότυπο δυτικοστραφές κράτος στην Μέση Ανατολή, από την ίδρυση τους το 1971 και μέσα σε μία μόλις γενιά. Το πέτυχαν σε στενή συμμαχία με τις ΗΠΑ και την Βρετανία. Επίσης με οραματικά στιβαρή διαχείριση του ορυκτού τους πλούτου. Διαθέτουν την αιχμή της τεχνολογίας, της εμπορικής, τουριστικής και κατασκευαστικής αφθονίας συνάμα με πολιτική φιλοδοξία για ευρύτερους ρόλους. Αποτελούν κράτος ελκυστή για τους μουσουλμάνους στα κρίσιμα στενά του Ορμούζ. Διευκολύνθηκε η συμμετοχή τους στον παγκόσμιο χρηματιστηριακό κύκλο και εξυπηρετούν τους δυτικούς σκοπούς με αμοιβαία ωφέλεια εστιάζοντας στην μετάβαση στην νέα εποχή.

Στην κατηγορία των δυτικόφιλων Αράβων, με τις ιδιοτυπίες κάθε περίστασης, ευρίσκονται μαζί με τα Η.Α.Ε, η Σαουδική Αραβία, η Ιορδανία και η Αίγυπτος του στρατάρχη Αλ Σίσι, που ασπάζονται το σουνιτικό δόγμα. Οι χώρες αυτές, και προφανέστερα οι ηγεσίες τους, συνδέονται ποικιλοτρόπως προνομιακά με την Δύση και καταπολεμούν ή δεν υιοθετούν τον ισλαμικό φονταμενταλισμό ως πολιτική τάση. Η Δύση προστατεύει τις ηγεσίες τους και παραβλέπει την εκεί κατάσταση των ατομικών ελευθεριών. Ωστόσο, τους ενισχύει αποφασιστικά στον πολιτικό τους ανταγωνισμό με το σιιτικό Ιράν.

Η Γαλλία είναι η μόνη εναπομείνασα πυρηνική και επαρκής στρατιωτική δύναμη εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντισταθμίζει την γερμανική οικονομική κυριαρχία εντός της Ε.Ε. με ανοίγματα στον ευρωπαϊκό νότο και την Μεσόγειο. Οι θέσεις της στην Μέση Ανατολή, στο Μαγκρέμπ και την Δυτική Αφρική από τον Λίβανο έως το Μάλι βάλλονται από την οικονομικά δραστήρια και γεωπολιτικά φιλόδοξη Τουρκία.
Μεσοπρόθεσμα η Γαλλία πλήττεται καίρια από την νεοθωμανική αναβίωση, όπως εξ άλλου το Ισραήλ, η Ελλάδα, η Κύπρος και όλος ο δυτικόστροφος αραβικός κόσμος, πλην Κατάρ. Προεξάρχουσας βέβαια της Αιγύπτου και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

Δ. ΟΙ ΔΡΑΣΕΙΣ.

Η αυτοδύναμη δράση της Τουρκίας σε σύγκλιση με την επίσης χερσαία Ρωσία και επιλεκτικά με το Ιράν, εγείρει αντιδράσεις. Υποχρεώνει σε επωφελείς αντισυσπειρώσεις τις ναυτικές και φιλοδυτικές δυνάμεις, ως τμήμα του συνολικού σχεδιασμού για την επαύριο της Δύσης και των προταγμάτων της στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Το Ισραήλ αναγνωρίστηκε στο Κάμπ Ντέιβιντ από την Αίγυπτο το 1979 και από την Ιορδανία το 1994. Μόλις, όμως το 2020 αποκατέστησε διπλωματικές σχέσεις με το Μπαχρέιν, το Σουδάν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και δρομολογεί το ίδιο με την Σαουδική Αραβία.
Η θεσμοθέτηση των τριμερών συνεργασιών της Ελλάδας και της Κύπρου αφενός με την Αίγυπτο και αφετέρου με το Ισραήλ είναι τμήμα της παραπάνω ευρύτερης εικόνας. Η επέκταση της τριμερούς με την Ιορδανία θα επέλθει με την ίδια λογική.

Οι τριμερείς αυτές πολιτικοστρατιωτικές συμπράξεις υποστηρίζονται σθεναρά από τις Η.Π.Α. και την Γαλλία. Οι δύο χώρες ενθαρρύνουν την συνεργασία των φιλοδυτικών κρατών στην περιοχή για την πολύπλευρη ενίσχυσή τους. Καλλιεργούν κοινές προσδοκίες από την άντληση του υποθαλάσσιου φυσικού πλούτου και την δημιουργία δικτύων διανομής (East Med) στην Μεσόγειο.

Στο Φόρουμ Φυσικού Αερίου Αν. Μεσογείου, με έδρα το Κάιρο, συμμετέχουν και αποκλείονται χώρες με τα παραπάνω κριτήρια.
Τα γαλλικά Rafale αποκτώνται από την χώρα μας με έκδοση ομολόγων που φαίνεται να αγόρασαν funds των Εμιράτων. Ο δανεισμός της συστοιχίας των Patriot στην Σαουδική Αραβία υπακούει στην ίδια φιλοδυτική λογική.

Οι συμφωνίες οριοθέτησης ΑΟΖ κυρίως με την Αίγυπτο, και δευτερευόντως με την Ιταλία, υπαγορεύθηκαν από την όμοια συμπαράταξη.
Τελευταία πράξη στην σκακιέρα, είναι η συμφωνία αμοιβαίας στρατιωτικής συνδρομής ανάμεσα στην Ελλάδα και τα Η.Α.Ε. Καινοφανής μεταπολεμική συμφωνία για την χώρα μας που θα έχει μακρά συνέχεια. Συνδυασμένη με την ισραηλινή σύμπραξη σε τεχνολογία αιχμής, ενισχύει την θέση της στο θερμαινόμενο πεδίο, και την θωρακίζει με αποτρεπτική ισχύ.

Ε. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ

Στην αυγή της 4ης τεχνολογικής επανάστασης, επιθυμούμε να αφήσουμε τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς και να μην αιμορραγούμε οικονομικά από αυτούς. Αναρωτιόμαστε. Είναι αναγκαία η εμπλοκή της χώρας μας; Ωφελείται η Ελλάδα από αυτές τις συμπαρατάξεις που ξυπνούν εφιάλτες του 20ου αιώνα; Βρίσκεται στο σωστό πεδίο; Αντέχει την μονήρη περιδιάβαση χωρίς εργώδεις συμμαχίες, έναντι της αναθεωρητικής Τουρκίας; Αυτής, που κατέχει την μισή Κύπρο και αμφισβητεί εμπράκτως καθημερινά το status quo στο Αιγαίο, ανατολικά του 25ου μεσημβρινού; Έχει η Ελλάδα την πολυτέλεια της ελλιπούς στρατιωτικής προπαρασκευής ή της τεχνολογικής υστέρησης; Συμπράττει με τους πρωταγωνιστές της παγκόσμιας εξέλιξης; Εντάσσεται στην προοδευμένη πολιτισμικά δυτική πρόταση; Είναι η πατρίδα μας, η μήτρα του δυτικού πολιτισμού; Ανήκει στην πολιτισμική σφαίρα όπου η δημοκρατία και το κράτος δικαίου συνομιλούν; Είναι ο Θουκυδίδης ιστοριογραφικός γεννήτορας του πολιτικού ρεαλισμού; Αντιστοιχούμε το σήμερα, στα εδάφια όπου περιγράφει την τύχη των μαραθωνομάχων Πλαταιών και τον διάλογο Αθηναίων και Μηλίων;
Για τους γνωστούς λόγους, η Ελλάδα δεν έχει πολυτέλεια ούτε αδράνειας ούτε και παροξυσμού. Η χώρα έχει σαφώς αμυντική στρατηγική. Η ορθή ανάγνωση του πεδίου, η επιλογή των κινήσεων και των φίλιων δυνάμεων είναι προϋπόθεση της εδαφικής της ακεραιότητάς. Η αυτοδυναμία προέχει, όπως διδαχθήκαμε το 1922. Ο χρόνος τρέχει πυκνά τους τελευταίους μήνες. Στο τέλος, “κανένας δεν κάνει τον πόλεμο του άλλου στην περιοχή μας”, όπως μας υπενθύμισε ο Νετανιάχου.

Στα πιο πάνω ερωτήματα, η θέση της Ελλάδας υπήρξε αντίστροφη από την θέση της Αρμενίας.

Τα δύο ομόδοξα έθνη, είχαν τον πληθυσμιακό τους πυρήνα στην δυτική και την ανατολική εσχατιά των επικυρίαρχων Τούρκων τους σκοτεινούς αιώνες. Τα τελευταία διακόσια χρόνια, η εξέλιξη της πολιτικής τύχης του καθενός, εξαρτήθηκε βέβαια από την ασφυκτική γειτονιά. Καθορίστηκε όμως και από την αυτενέργειά τους, που λόγω επιλογών, δεν ήταν συγκρίσιμη σε βαθμό ετοιμότητας, αυτοδυναμίας και συμπαράταξης.

Ενδόμυχος φόβος μας ήταν πάντα, να μην έχουμε οι Έλληνες την τύχη των Αρμενίων. Ο φόβος φυλάει τα έρμα και ξυπνά τα ένστικτα της αυτοσυντήρησης.
Συμπερασματικά, και με πυκνότητα νοήματος, οι εξελίξεις στο Ναγκόρνο Καραμπάχ και η ρήτρα στρατιωτικής συνεργασίας της Ελλάδας με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι αντανακλαστικές κινήσεις του ίδιου μηχανισμού και πάνε χέρι χέρι.

Ο Νίκος Κ. Σκουλάς είναι Δικηγόρος και Περιφερειακός Σύμβουλος Κρήτης