Συντάξεις: Ποιους καίνε οι νέες αποφάσεις του ΕΦΚΑ. Πού φτάνουν οι μειώσεις

Συντάξεις που έχουν ενσωματώσει το σύνολο των μνημονιακών περικοπών οι οποίες επιβλήθηκαν εντός της κρίσης, λαμβάνουν τους τελευταίους μήνες χιλιάδες νέοι συνταξιούχοι, που κατέθεσαν αίτηση συνταξιοδότησης μετά τις 12 Μαΐου που ψηφίστηκε ο νόμος Κατρούγκαλου.

Μάλιστα, σε περιπτώσεις ασφαλισμένων με πολλά έτη ασφάλισης και υψηλές συντάξιμες αποδοχές, οι παροχές είναι ακόμη περισσότερο μειωμένες σε σχέση με αυτές που λαμβάνουν οι παλαιοί ασφαλισμένοι. Οι οποίοι άλλωστε, δεν προβλέπεται να γλυτώσουν από τις δυσάρεστες εκπλήξεις καθώς εκτιμάται ότι εντός του Καλοκαιριού θα δουν τα…«ραβασάκια» με τα νέα μειωμένα ποσά των συντάξεων που θα δικαιούνται από τον Ιανουάριο του 2019 και μετά.

Βάσει των νέων δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η κυβέρνηση και δη, το υπουργείο Εργασίας με στόχο την ολοκλήρωση της 4ης αξιολόγησης, εντός του Μαρτίου θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί ο επανυπολογισμός του συνόλου των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων, ενώ εντός του καλοκαιριού, 2,3 εκατομμύρια συνταξιούχοι του ΕΦΚΑ θα πρέπει να ενημερωθούν για το ύψος της διαφοράς που προκύπτει μεταξύ του παλαιού και του νέου τρόπου υπολογισμού.

Αυτή η διαφορά παλιάς και νέας σύνταξης που θα διαπιστωθεί για τον κάθε συνταξιούχο (προσωπική διαφορά) θα συνεχίσει να καταβάλλεται έως το τέλος του 2018. Όμως από το 2019 και με βάση τη δέσμευση της κυβέρνησης απέναντι στους δανειστές, θα πρέπει να καταργηθεί αυτή η προσωπική διαφορά, τουλάχιστον έως το ποσό που αντιστοιχεί στο 18% της σύνταξης.

Κυβερνητικά στελέχη ανοίγουν κάποιο «παράθυρο» να μην εφαρμοστούν οι περικοπές, ενδεχόμενο όμως που αποκλείουν μετ’ επιτάσεως οι εκπρόσωποι των δανειστών. Άλλωστε, αυτοί που γνωρίζουν το ασφαλιστικό, επισημαίνουν ότι οι συνέπειες του δημογραφικού τα επόμενα χρόνια, με τη συνταξιοδότηση των baby –boomers (πρώτης μεταπολεμικής γενιάς στη Δύση) δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια βελτίωσης των ήδη ψηφισμένων περικοπών.

Οι νέες συντάξεις που έχουν εκδοθεί ξεπερνούν τις 16.000 και τα στοιχεία αποκαλύπτουν ένα αναλογιστικά άδικο νέο σύστημα, όπου όσοι έχουν πληρώσει περισσότερες εισφορές λαμβάνουν τελικά μικρότερες συντάξεις, αλλά κι ένα «τέχνασμα» ενσωμάτωσης του συνόλου των μνημονιακών περικοπών, ακόμη κι αυτών που έχουν κριθεί από τη Δικαιοσύνη ως αντισυνταγματικές, στις μελλοντικές συντάξεις. Έτσι, επιτυγχάνεται άλλωστε και ο δραστικός περιορισμός της συνταξιοδοτικής δαπάνης, το 2021 στο 13% του ΑΕΠ, έναντι 17% πριν από την εφαρμογή της τελευταίας ασφαλιστικής μεταρρύθμισης.

Οι μειώσεις κυμαίνονται μεταξύ 16% και 25%, ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις ασφαλισμένων, κυρίως στις συντάξεις χηρείας, όπου οι περικοπές ξεπερνούν το 50%. Στις πολύ χαμηλές συντάξεις αντίθετα, όπως και στις μειωμένες, ο νέος τρόπος υπολογισμού ευνοεί όσους έχουν λίγα έτη ασφάλισης και χαμηλές συντάξιμες αποδοχές.

Τι δείχνουν τα πραγματικά στοιχεία

Είναι χαρακτηριστική περίπτωση ασφαλισμένου στο ΙΚΑ, με 10.800 ένσημα και συντάξιμες αποδοχές μετά από 37 έτη ασφάλισης 2.562,69 ευρώ, που έλαβε σύνταξη υπολογισμένη με το νόμο Κατρούγκαλου, 1.338,6 ευρώ, από την οποία αν αφαιρεθεί η εισφορά υγείας 6% καταλήγει σε 1.258,3 ευρώ το μήνα, προ φόρων.

Με τον παλαιό τρόπο υπολογισμού, όπως αναγράφεται στην συνταξιοδοτική απόφαση, διαπιστώνεται μείωση της τάξης του 24,8%. Αναλυτικά, ο ίδιος ασφαλισμένος αν είχε καταθέσει αίτηση συνταξιοδότησης πριν από την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου, θα λάμβανε σύνταξη 1.780,13 ευρώ. Βέβαια, από το ποσό αυτό ένας σημερινός συνταξιούχος έχει καταλήξει να παίρνει μόλις τα 1.307,3 ευρώ. Και αυτό γιατί έχουν επιβληθεί η ειδική εισφορά αλληλεγγύης που θα μείωνε την σύνταξη κατά 106,8 ευρώ, η μείωση του νόμου 4024 του 2011 κατά 94,7 ευρώ, ο νόμος 4051/2012, 33,4 ευρώ, ο νόμος 4093 επίσης του 2012, επιπλέον 154,5 ευρώ, ενώ αν αφαιρεθεί και η εισφορά ασθένειας 6%, το ποσό θα περιοριζόταν στα 1.307,3 ευρώ προ φόρων.

Στην συγκεκριμένη περίπτωση μάλιστα, και παρά τις πολλαπλές περικοπές που υπέστησαν οι συντάξεις κατά τη διάρκεια της κρίσης, ο νέος νόμος οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερες μειώσεις, κατά 3,7%, εγκλωβίζοντας έτσι τους συνταξιούχους σε ένα σπιράλ χαμηλών παροχών, παρά τις υψηλές εισφορές που έχουν καταβάλλει.

Καθώς μάλιστα, το σύστημα είναι «ταξικά άδικο», υπάρχουν και περιπτώσεις που οι νέοι συνταξιούχοι παίρνουν υψηλότερη σύνταξη, εάν έχουν λίγα χρόνια ασφάλισης και χαμηλούς μισθούς. Για παράδειγμα, γυναίκα με πλήρη σύνταξη, στο 60ο έτος της ηλικίας της (έτος κατοχύρωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος το 2010), με συντάξιμες αποδοχές 1.065,32 ευρώ, σύμφωνα με την πρόσφατη απόφαση συνταξιοδότησης θα λάβει σύνταξη ύψους 567,87 ευρώ προ φόρων και εισφοράς ασθένειας. Η ίδια γυναίκα, με το προ-ισχύον καθεστώς, θα έπαιρνε 414,61 ευρώ σύνταξη προ φόρων και εισφοράς 6% για ασθένεια.

Παράλληλα, υπάρχουν και περιπτώσεις με μειωμένη σύνταξη, που εξαιτίας της κατάργησης των κατώτατων ορίων με το παλαιό ποσοστό δικαιούνται σύνταξης πολύ κάτω από το όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης. Χαρακτηριστικά, υπάρχει απόφαση για γυναίκα με μειωμένη σύνταξη 246,95 ευρώ το μήνα, προ φόρων και εισφοράς 6%. Σύμφωνα με υπολογισμούς εάν η συγκεκριμένη συνταξιούχος επιστρέψει τα ποσά που έχει λάβει και επανακαταθέσει την αίτησή της ώστε να υπολογιστεί με βάση το νόμο Κατρούγκαλου, θα λάβει μικτό ποσό της τάξης των 480,6 ευρώ, σχεδόν διπλάσιο από το προηγούμενο. Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, στο υπουργείο Εργασίας επεξεργάζονται ρύθμιση προκειμένου να καθοριστεί η διαδικασία επανεξέτασης των συγκεκριμένων αιτήσεων, που αφορούν χιλιάδες ασφαλισμένους.

Στις περιπτώσεις των συντάξεων χηρείας, ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων οδηγεί σε μειώσεις ακόμη και κατά 60% καθώς όπως αποδεικνύεται από πρόσφατη απόφαση για σύνταξη θανάτου, χήρα θα λάβει τελικά 392,41 ευρώ, όταν με το προηγούμενο καθεστώς, η σύνταξη θα ήταν 995,13 ευρώ.

Στην περίπτωση των παλαιών συντάξεων, ο επανυπολογισμός έχει ολοκληρωθεί σε επίπεδο πάνω από το 95%. Μεγάλοι χαμένοι με το νέο τρόπο υπολογισμού είναι οι συνταξιούχοι του πρώην ΤΕΒΕ, συνταξιούχοι του Δημοσίου (πολιτικοί και ειδικών μισθολογίων), απόστρατοι (ανάλογα με τα διπλά έτη που είχαν όταν συνταξιοδοτήθηκαν), συνταξιούχοι του ΙΚΑ των ΔΕΚΟ και των τραπεζών, κυρίως με πολλά έτη ασφάλισης.

Euro2day